Ζώνη του Καφέ, Salento, Filandia, Valle de Cocora
Πάμε στις καφεφυτείες της Κολομβίας. Πήραμε το αεροπλάνο της Avianca από την Μπογκοτά με τη φίλη μου τη Νέλε και σε μία ώρα ήμασταν στην πόλη Pereira, δυτικά της πρωτεύουσας. Μετά από μια μικρή έρευνα στο διαδίκτυο, αποφασίσαμε να νοικιάσουμε αμάξι στο αεροδρόμιο για το Salento, κάτι που τελικά έπεσε στο κενό, καθότι όλα τα αμάξια ήταν ήδη νοικιασμένα. Επόμενη κίνηση ήταν να καλέσουμε ένα Uber για το σταθμό λεωφορείων και από εκεί να συνεχίσουμε για τον τελικό μας προορισμό. Tο λεωφορείο θα κόστιζε μόλις 10.000 COP, που σημαίνει περίπου 2 ευρώ και η διαδρομή θα διαρκούσε 40 λεπτά, ωστόσο η ώρα αναχώρησης ήταν περίπου 4 ώρες αργότερα και δεν μας άρεσε καθόλου η προοπτική να περιμένουμε τόσες ώρες σε έναν σταθμό λεωφορείων. Είδαμε πως το Uber κοστίζει 100.000 COP που σημαίνει κάπου στα 20 ευρώ, 10 ευρώ δηλαδή για την κάθε μια μας, το καλέσαμε αμέσως και σε μία ώρα είχαμε ήδη φτάσει στο Salento του νομού -ας το πούμε έτσι- Quindío, μια από τις πιο τουριστικές και κουκλίστικες πόλεις al Eje Cafetero, στη ζώνη του καφέ.
Τι όμορφο που είναι το Salento. Και πόσο πολύ κόσμο είχε. Τι γραφική που ήταν η πλατεία του, πόσο ευγενικοί οι μικροπωλητές του, πόσα πολλά μαγαζιά γεμάτα από παραδοσιακά προϊόντα της Κολομβίας και καφέ να φαν και οι κότες. Σε τουριστικές τιμές βέβαια, αλλά ΟΚ. Γέμισαν τα μάτια μου χρώμα και τα ρουθούνια μου άρωμα καφέ. Τα σπίτια είναι αποικιακής αρχιτεκτονικής βαμμένα με όλων των ειδών τα χρώματα. Eχει εστιατόρια όπου δεν σταμάτησα να τρώω πέστροφα, trucha στα ισπανικά, είτε στα κάρβουνα, είτε παναρισμένη, είτε με σκορδάκι, είτε με λευκή σάλτσα και μανιτάρια, συνοδευμένη με ρύζι, patacón – μια τηγανιτή λιχουδιά από μπανάνα macho που στην Κολομβία σερβίρεται πατικωμένη και απλωμένη σαν σνίτσελ, ενώ στην Κόστα Ρίκα σαν μπιφτέκι, αλλά έχει γεύση τηγανιτής πατάτας – και arepas, που είναι ένα άγευστο ψωμάκι φτιαγμένο από καλαμποκίσιο αλεύρι. Πόσο πλήρωνα για την πέστροφα; Όχι πάνω από 4-5 ευρώ το πιάτο. Το φαγητό στην Κολομβία είναι φτηνό.
Αφού τακτοποιηθήκαμε στο Hostel, ρωτήσαμε πώς να πάμε την επόμενη μέρα στην πιο σπουδαία ατραξιόν της περιοχής, την περίφημη Valle de Cocora, ένα φανταστικό εθνικό πάρκο, στολίδι της Κολομβίας, στα βουνά των Άνδεων. "Cocora" ήταν το όνομα μιας ιθαγενούς πριγκίπισσας και σημαίνει "αστέρι του νερού". Μας πρότειναν να είμαστε 7 το πρωί στην πλατεία, ώστε να μετακινηθούμε με τα περιβόητα Willies χωρίς να περιμένουμε στις ουρές, γιατί οι μεγάλες ορδές τουριστών ξεκινούν αργότερα μέσα στην ημέρα. 3.600 κολομβιάνικα πέσος να πας και να έρθεις, όχι πάνω από μισή ώρα. Τα Willies είναι ανοιχτά τζιπ, που αναχωρούν αμέσως μόλις γεμίσουν. Παίρνουν 2 άτομα μπροστά δίπλα από τη θέση του οδηγού, 8 περίπου άτομα πίσω – ανάλογα το βάρος και την ηλικία του κάθε ατόμου – και 4 άτομα που μπορούν να μετακινηθούν όρθια στον προφυλακτήρα πίσω. Πολύ ήθελα να μετακινηθώ όρθια στηριζόμενη στον προφυλακτήρα, αλλά λόγω του βεβαρημένου παρελθόντος με ουκ ολίγες πτώσεις από διάφορα ύψη, αποφάσισα να μείνω στην ασφάλεια των καθισμάτων.
Τι όμορφη που είναι η Κοιλάδα της Κοκόρα. Γεμάτη από φοινικόδεντρα που είναι σαν να ακουμπούν τον ουρανό, με χλωρίδα και πανίδα ανεκτίμητη και διαδρομές μέσα στη φύση και μέσα στα σύννεφα μοναδικές.
Ήπιαμε τον καφέ μας με ψωμί και τυρί #panela, γνωστό ως #aguapanela και για τρεις ώρες περιπλανιόμασταν στις ορειβατικές διαδρομές κάτω από τη βροχή και βγάζαμε φωτογραφίες σαν να μην υπάρχει αύριο.
Όταν ήρθε η ώρα της επιστροφής, διαπιστώσαμε πόσο τυχερές ήμασταν που δεν είχαμε νοικιάσει αμάξι... Η ουρά των αυτοκινήτων ήταν κι εγώ δεν ξέρω πόσα χιλιόμετρα, δεν κουνιόταν φύλλο, είχε τόσο κόσμο από τις 10 και μετά και τόση κίνηση που τύφλα να έχει η πόλη του Μεξικού στις 6 το απόγευμα όταν όλοι σχολούν από τις δουλειές τους. Εμείς μπήκαμε στο #Willy μας και επιστρέψαμε στο #Salento για να συνεχίσουμε τη μέρα μας σε μια από τις πολυάριθμες καφεφυτείες της περιοχής. Κινήσαμε με τα ποδαράκια μας και φτάσαμε στην καφεφυτεία Las Acacias όπου στο τουρ που μας έκαναν έμαθα ότι λόγω της κλιματικής αλλαγής, επηρεάζεται και η καλλιέργεια του καφέ, όχι μόνο στην ποσότητα, αλλά και στην ποιότητα.
Μαζέψαμε μερικούς κόκκους έτσι για το καλό, μας καταέφαγαν τα κουνούπια, γιατί επιλέξαμε να δώσουμε τα μετρητά μας για καφέ και όχι για αντικουνουπικό, και στο τέλος απολαύσαμε έναν καφέ, μα τι καφέ, συζητώντας για την πολιτική επικαιρότητα, την πανδημία και τα δεινά της ανθρωπότητας. Πλάκα κάνω. Κουτσομπολεύαμε τους γείτονές μας στο Hostel που μέναμε και τη νύχτα που πέρασε και δεν κλείσαμε μάτι, καθότι ήταν Σάββατο και ούρλιαζαν κάμποσοι Αμερικάνοι έξω από το δωμάτιό μας τύφλα στο μεθύσι.
Πέρασαν οι μέρες με καφέ και πέστροφα στο Salento και στην επιστροφή μας, αποφασίσαμε να κάνουμε μια στάση στη Filandia, που είναι μια κωμόπολη εξίσου όμορφη, αλλά πολύ λιγότερο τουριστική. Μπήκαμε λοιπόν σε ένα ακόμα Willy και σε καμιά ώρα βρεθήκαμε εκεί. Καταλαβαίνεις ότι δεν είναι τουριστική, όταν κάθεσαι να φας σε έναν παραδοσιακό φούρνο και η σερβιτόρα σου συμπεριφέρεται λες και τις χρωστάς ένα εκατομμύριο πέσος. Τόσο εχθρική. Και δεν ήταν μόνο αυτή. Το καλό βέβαια είναι ότι σε ένα άλλο καφέ, μια κάπως πιο ευγενική σερβιτόρα μάς προέτρεψε να αφήσουμε τα πράγματά μας, για να είμαστε πιο άνετες, σε ένα μαγαζί που το είχε ένας πολιτευόμενος της περιοχής, φιλικά προσκείμενος προς τους τουρίστες, την ευχή μου να έχει ο άνθρωπος.
Αφήσαμε τα μπαγάζια μας και κάναμε μια πολύωρη βόλτα στα στενά της #Filandia δοκιμάζοντας καφέ και θαυμάζοντας το απέραντο πράσινο από το #Mirador που έχει είσοδο 8.000 COP, περίπου 1,5 ευρώ και θα θύμιζε τον πύργο του Άιφελ αν ήταν 289 μέτρα πιο ψηλός. Αλλά έχει ύψος μόλις 35 μέτρα και είναι μια καλή γυμναστική, καθώς ανεβαίνεις με τα πόδια και βλέπεις μια θέα, μα τι θέα!
Λίγο πριν αφήσουμε τη Filandia για να επιστρέψουμε στην Pereira και να πάρουμε το αεροπλάνο για να επιστρέψουμε στην Μπογκοτά, γεμίσαμε τα στομάχια μας σε ένα από τα πιο trendy εστιατόρια της περιοχής, διάσημο στους λάτρεις της ψαγμένης καλής κουζίνας, που συνδυάζει παράδοση και μεταμοντερνισμό: στο Helena Adentro.
Ξαναέφαγα την πέστροφά μου, λίγο πιο ευφάνταστη αυτή τη φορά, αφού είχε πινελιές και μαγκιές από τον σεφ, ήπια το #aguardiente μου και μπήκα στο λεωφορείο της επιστροφής γεμάτη από εμπειρίες που ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα δεν πίστευα ότι θα ζήσω και δεκάδες γραμμάρια με κόκκους από καφέ που τα μοίρασα σε οικογένεια και φίλους. Στην Helena Adentro για την ιστορία, που θεωρείται καλό εστιατόριο, δεν πλήρωσα πάνω από 15 ευρώ.
Κι ένα βίντεο με μερικά από όσα είδα κι έζησα:
Comentarios