Το πέμπτο από τα έξι κείμενά μου σε μια χώρα γεμάτη αντιφάσεις.
Ξεκίνησα για το Βαραντέρο, έφτασα μια ώρα πριν την αναχώρηση, μας στοίβαξαν μες στο λεωφορείο από τις 7:20, ενώ το λεωφορείο φεύγει στις 8, έχει πάει 8:10 και δεν έχουμε ξεκινήσει ακόμα. Έχει ήδη πιαστεί ο κώλος μου, θέλω να σηκωθώ να ξεπιαστώ. Πώς θα περάσουν άλλες τρεις ώρες μέχρι τον προορισμό; Και υπενθυμίζω ότι εισιτήριο επιστροφής δεν έχω... Περιπέτεια!
Αν δεις τα νοσοκομεία εδώ, σε πιάνει η καρδιά σου. Λέγαμε σε μια κουβέντα ότι δεν θέλουμε να αρρωστήσουμε στην Κούβα. Ένας Γερμανός όμως μας είπε ότι διαφωνεί. Οι γιατροί στην Κούβα θεωρούνται από τους καλύτερους στον κόσμο. Ακριβώς επειδή τα νοσοκομεία έχουν ελλιπή εξοπλισμό, οι γιατροί δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στον ασθενή και τα συμπτώματα που παρουσιάζει. Αφιερώνουν χρόνο, δεν τον ξεπετούν. Κοιτούν το χρώμα του δέρματος, τα μάτια, το στόμα, τα νύχια, τον λαιμό, όλα όσα θα μπορούσαν να τους βοηθήσουν για μια έγκυρη διάγνωση χωρίς τη χρήση των ακριβών μηχανημάτων που θα βρει κανείς στα νοσοκομεία και τα ιατρεία της Δύσης. Γίνονται λέει ανάρπαστοι στο εξωτερικό, ενώ η Κούβα έχει έναν γιατρό ανά 200 περίπου κατοίκους, που θεωρείται μια από τις καλύτερες αναλογίες του κόσμου. Η βρεφική θνησιμότητα αγγίζει μόλις το 4,3% ανά 1.000 γεννήσεις, τη στιγμή που στις ΗΠΑ είναι 5,8%. Αναφέρω κάτι τόσο μακάβριο και να με συγχωρέσετε, γιατί η βρεφική θνησιμότητα αποτελεί το πιο αξιόπιστο μέτρο της δημόσιας υγείας ενός κράτους. Στην Ελλάδα είναι επίσης 4,3%.
Μόλις είδα μια μικρή Τερέζα στην μπροστινή πλάτη του καθίσματος μες στο λεωφορείο. Είναι η πρώτη φορά που βλέπω κατσαρίδα σε λεωφορείο. Κάναμε πάντως μια στάση μετά από καμιά ώρα καθ' οδόν, όλα καλά. Η κόρνα πάει σύννεφο παντού. Πώς είναι στο κέντρο της Αθήνας; Επί εκατό. Περάσαμε από την πόλη Matanzas και οφείλω να ομολογήσω ότι είναι πολύ πιο καθαρή πόλη από την Αβάνα. Την πρωτεύουσα δεν προσέχουν, τι γίνεται;
Φτάσαμε στο Βαραντέρο και πήγα κατευθείαν να βγάλω εισιτήριο επιστροφής. Κράτησαν το όνομά μου και τον αριθμό του διαβατηρίου μου και μου ζήτησαν να πάω μια ώρα πριν την αναχώρηση (στις 6 φεύγει για Αβάνα) για να αγοράσω το εισιτήριο. Γιατί να μην το αγοράσω τώρα που είμαι εδώ; Ελάτε στις 5. Σίγουρα όμως θα ταξιδέψω, έτσι; Πρέπει να είμαι το βράδυ στην Αβάνα. 100%. Εντάξει, θα έρθω στις 5.
Το Βαραντέρο μου άρεσε. Ανθρώπινο, καθαρό, λογικές τιμές (κι εδώ διπλά στάνταρ για ντόπιους και τουρίστες, αλλά πιο νορμάλ). Οι άνθρωποι πιο φιλικοί, πιο εξυπηρετικοί, λευκές παραλίες. Πήγα και σε ένα υπαίθριο μάρκετ και είδα καλλιτέχνες να ζωγραφίζουν, πλανόδιους πωλητές, ήταν ωραία. Πιάσαμε κουβέντα με μια πωλήτρια και της είπα ότι το Βαραντέρο μου αρέσει, σε αντίθεση με την Αβάνα που δεν μου αρέσει καθόλου. Μου ανέφερε ότι το ακούει συχνά από πελάτες της, "έτσι είναι η μεγάλη πόλη, στην επαρχία είναι αλλιώς τα πράγματα". Με όσους το έχω συζητήσει πάντως, με ανθρώπους που έρχονται και ξαναέρχονται είτε γιατί έχουν συγγενείς και φίλους είτε για δουλειά, όλοι μου λένε το ίδιο πράγμα: η Κούβα δεν είναι το ίδιο με 10 και 20 χρόνια πριν. Αλλάζει χρόνο με τον χρόνο -όχι απαραίτητα θετικά- και το ίντερνετ έχει φέρει νέα δεδομένα, γιατί μαθαίνουν, επικοινωνούν, ενημερώνονται.
Πέντε ήμουν στο πρακτορείο του Βαραντέρο σεινάμενη κουνάμενη, έβγαλα εισιτήριο εύκολα -πάλι καλά- και στις 5:30 μας φόρτωσαν. Στις 9 ήμουν πίσω στην Αβάνα. Τρισήμιση ώρες μια στάση δεν κάναμε... Τερέζα δεν είδα ευτυχώς. Το σκοτάδι είναι το καλύτερο καμουφλάζ!
Όσο ήμουν ακόμα στο λεωφορείο άρχισε να βρέχει και όταν μπήκαμε μες στην πόλη περάσαμε μπροστά από ένα κτίριο που μου έκανε τρομερή εντύπωση έτσι όπως το είδα φωτισμένο μέσα από τα υγρά τζάμια. Ήταν ανακαινισμένο και φάνταζε ολοκαίνουριο! Δύσκολο να μην το προσέξεις. Φαινόταν σαν αποθήκη ή σούπερ-μάρκετ. Τα πανέμορφα κτίρια της Κούβας από την εποχή της ισπανικής αποικιοκρατίας, άλλα κτίρια με αρχιτεκτονική αρ ντεκό και αρ νουβό, μπαρόκ κτίρια και διάφορες πολύχρωμες κατασκευές καταρρέουν. Κρίμα. Ένα λοιπόν ανακαινισμένο κτίριο είναι πραγματικό στολίδι και ξεχωρίζει μέσα στην γενικότερη παρακμή - σαν το Καπιτώλιο ένα πράμα που σου κόβει την ανάσα στην παλιά πόλη της Αβάνας. Σημειωτέον: τον χρυσό τρούλο στην κορυφή του Καπιτώλιου τον πλήρωσαν οι Ρώσοι και την ανακαίνιση την έκανε ένας Γερμανός αρχιτέκτονας ονόματι Michael Diegmann (έτσι για την ιστορία, Ρωσία και Γερμανία ήταν μια φορά κι έναν καιρό κομμουνιστικά κράτη).
Την επόμενη μέρα το πρωί μου έστειλε μήνυμα μία φίλη. Μου λέει θέλω να πάω στο El Mercado de Cuatro Caminos, ένα καινούριο σούπερ-μάρκετ που εγκαινιάζεται σήμερα με αφορμή τα 500 χρόνια από την ίδρυση της Αβάνας. Πάμε; Πάμε είπα κι εγώ από περιέργεια να δω τι θα συναντήσω. Τι εμπειρία και αυτή... Μόλις φτάσαμε αντίκρισα το κτίριο της χθεσινής νύχτας που μου έκανε εντύπωση στην επιστροφή μου από το Βαραντέρο! Αλλά ο ενθουσιασμός μου πέρασε μονομιάς, καθώς με συνεπήρε η εικόνα από εκατοντάδες ανθρώπους που είχαν στηθεί σε ουρές και φώναζαν, δεκάδες αστυνομικούς που ήλεγχαν τις εισόδους και τις εξόδους - μανάδες με μωρά στην αγκαλιά, γιαγιάδες, παππούδες, ζητιάνοι, φωνές, κακό, ιστορία, κινητά ανυψωμένα να τραβούν βίντεο, αγανακτισμένοι πολίτες, ρολά να ανοιγοκλείνουν, παιδιά να κουβαλούν σακιά, άντρες να κουβαλούν κούτες. Χαμός! Δεν ήταν διαμαρτυρία ή διαδήλωση. Ήταν ντόπιοι που ήθελαν να ψωνίσουν και φυσικά περίεργοι που ήθελαν να δουν το καινούριο στολίδι της πόλης. Ούτε ένας τουρίστας εννοείται.
Μπήκαμε μέσα -ούτε κι εγώ δεν ξέρω πώς- σπρώχνοντας, κάνοντας σταυρούς και δεήσεις να μην ποδοπατηθούμε, μπήκε μπροστά μας μία Κουβανή που φώναζε κάντε στην άκρη, είναι δημοσιογράφοι, μετά την άκουσα να φωνάζει ότι είμαστε έγκυες, χαμός! Τι κάνω εδώ, Παναγίτσα μου, γιατί; Μέσα εξακολουθούσε να έχει φύλακες παντού που άνοιγαν κι έκλειναν μπάρες για να μπαίνεις και να βγαίνεις στους διαδρόμους με τα τρόφιμα. Στον κάτω όροφο είχε κυρίως φρούτα και λαχανικά σε πάρα πολύ χαμηλές τιμές. 10 λεπτά ένα κιλό μπανάνες για παράδειγμα. Κάθε τετράγωνο-διάδρομος είχε τη δική του ταμειακή μηχανή (μέτρησα καμιά 15αριά μόνο από τη μία μεριά) και πλήρωνες σε CUP, το κουβανικό νόμισμα για τους ντόπιους. Δεν μπορούσες να ψωνίσεις από όλα τα τετράγωνα και να πας στο τέλος σε ένα ταμείο. Σε κάθε τετράγωνο έπρεπε να περιμένεις υπομονετικά στην ουρά για το αντίστοιχο ταμείο.
Στον πάνω όροφο πάλι είχε ηλεκτρικές συσκευές, κάτι σαν τον Κωτσόβολο, αλλά στην κουβανική του έκδοση - ήταν άλλη η τιμολόγηση, πιο ακριβά τα πάντα και όλοι πλήρωναν είτε σε δολάρια (!) είτε σε CUC, το κουβανικό νόμισμα για τους ξένους. Εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα πόσο τυχερή είμαι που μπορώ να ψωνίζω ό,τι θέλω, αν θέλω, όποτε, όπου, όπως θέλω, σε ό,τι τιμές εγώ θέλω, κάνοντας έρευνα αγοράς στο ίντερνετ ή περπατώντας κατά μήκος μιας αγοράς, χωρίς να στήνομαι σε ουρές, χωρίς φωνές, όλα ήρεμα κι ωραία. Μεγάλη υπόθεση. Μπήκαμε δύσκολα, δεν ψωνίσαμε τίποτα, αλλά ομολογουμένως βγήκαμε εύκολα. Τι εμπειρία κι αυτή...
Να δώσω και μια τελευταία πληροφορία που την έμαθα από το Dirty Dancing 2 και από τον Conan στο Netflix (ναι, είμαι μεγάλη φαν του Αμερικανού κωμικού και ακόμα μεγαλύτερη φαν του Dirty Dancing - όλοι έχουμε τις αδυναμίες μας): τη δεκαετία του '40 και του '50 η Αβάνα ήταν το... Λας Βέγκας της Καραϊβικής! Μάλιστα. Εδώ έρχονταν οι ΗΠΑμερικάνοι να περάσουν πρωτοκλασάτες διακοπές και να τζογάρουν μέχρι τελικής πτώσεως, μέχρι που ήρθε ο... “επαναστάτης” Κάστρο το 1959 και ανέτρεψε το δικτατορικό καθεστώς του Μπατίστα για να εγκαθιδρύσει το νέο κομμουνιστικό καθεστώς που έκανε την Κούβα όπως την ξέρουμε σήμερα. Άλλαξε ο Μανωλιός και έβαλε τα ρούχα του αλλιώς.
Comments